Δευτέρα 20 Απριλίου 2009

Αχ! πως της αρέσει να μιλά…




Στην Αναστασία ξανά…και ξανά…και ξανά…
σαν ένα μικρό ευχαριστώ
για την παρουσία της στη ζωή μου



Μέσα από μια σειρά διηγημάτων με κοινό παρανομαστή την μοναξιά του σύγχρονου καθημερινού ανθρώπου, η συγγραφέας προσπαθεί να ξορκίσει το κακό κάνοντας τη δική της προσπάθεια να το αντιμετωπίσει κατάματα κι αντίθετα εντελώς από τους ήρωες της να επιλέξει κατ’ αυτό τον τρόπο τη πραγματικότητα από την παγίδα ενός εκούσια «παγιδευμένου ονείρου»


*******

«……Πριν προχωρήσει πάντως στο ψητό, μίλησε αρκετά ο αλλοδαπός έστω κι αν ήταν σίγουρος πως δεν υπήρχε περίπτωση να τον καταλάβουν…μιλούσε και την κοιτούσε…μιλούσε αγγίζοντας την πάνω από τα ρούχα της…μιλούσε γενικώς…
Αργότερα, όταν μάλλον αποτελείωσε με όλα εκείνα που ήθελε να πει, το χέρι του άρχισε να διεισδύει στην πύλη του στήθους της- όχι όμως σαν πορθητής αλλά σαν σύμμαχος –έσπασε το φράγμα της μπλούζας που το περιχαράκωνε με ψευδή ασφάλεια, και στη συνέχεια το άφησε ελεύθερο προσφέροντας το ευλαβικά, σαν τρόπαιο νίκης στο στόμα του.
Εκεί ξεχάστηκε για πολύ. Μα κι εκεί το Φλεβαριάτικο ψύχος του σύμπαντος της Μυρσίνης μετουσιώθηκε σε τροπική ζέστη προκαλώντας τον να ξεχαστεί κι άλλο….κι άλλο….κι άλλο….
Δεν μπορεί να υπολογίσει πόση ώρα παρέμειναν σε τούτη τη στάση πριν προχωρήσουν και ξαπλώσουν στο παγκάκι πριν αφεθούν, ταυτόχρονα πλέον, σε μια αίσθηση παράνοιας που προσφερόταν και στους δυο σαν μάνα εξ ουρανού σε περίοδο ανομβρίας.
Με βιασύνη κατέβασε πρώτος εκείνος το παντελόνι και ενώ αμέσως μετά η δική της φούστα έτσι όπως ανέβαινε στο ύψος των μηρών για να απεγκλωβίσει το μαύρο τρίγωνο, έγινε για δυο τρία δευτερόλεπτα ο δορυφόρος που τους εκτόξευσε στα ουράνια!

Για δυο τρία δευτερόλεπτα όμως, αυτό ήταν όλο κι όλο αφού αμέσως, στο μυαλό της γυναίκας τουλάχιστον, τα πάντα φόρεσαν το αληθινό τους σχήμα και πήραν ξανά την πραγματική τους μορφή!
Η ριπή της πραγματικότητας θόλωσε το παγιδευμένο όνειρο που εκουσίως η Μυρσίνη επέλεξε σαν λύτρωση, και η αντίστροφη μέτρηση της σμίκρυνσης είχε ήδη ξεκινήσει:
Δέκα- εννιά-οκτώ-εφτά-έξη….»

ΔΕ ΘΕΛΩ ΝΑ ΞΟΔΕΥΤΩ ΑΛΛΟ


Στους άνδρες που με άντρωσαν…




«Χάθηκαν τα καλύτερα μου χρόνια κυνηγώντας χίμαιρες.… Ο άντρας της ζωής μου, τι τρέλα! Δεν υπήρξε, δεν υπάρχει και πιθανόν να μην υπάρξει ποτέ. Το έψαξα ολάκερο σχεδόν το κουτί της Πανδώρας, χώθηκα έως τα μπούνια μέσα του, έπιασα πάτο στις λάσπες και στα σκατά αναζητώντας τον και δε βρέθηκε. Ο άντρας της συναισθηματικής και νοητικής μου ιδιοκτησίας, τουλάχιστον όπως τον έπλασα κι όπως τον ονειρευόμουν τόσα χρόνια, ενδεχομένως και να μην έλθει. ποτέ . Ενδεχομένως… Που σημαίνει όμως ότι ίσως κάποτε αποφασίσει και να έλθει τελικά. Εξάλλου το κουτί της Πανδώρας είναι απύθμενο, οπότε τίποτα και κανείς δεν είναι ικανός να αναγκάσε τον άλλο να ζει χωρίς ελπίδα. Τίποτα και κανείς δεν είναι ικανός να απαγορεύσει το όνειρο. Φτάνει φυσικά το όνειρο να μη προκαλεί εξάρτηση. Κι εγώ την αναμονή τούτου του ιδανικού άνδρα, αν εξακολουθεί να μου είναι απαραίτητη, μπορώ για να την διαφυλάξω να την απομονώσω σε μια μεριά της φαντασίας μου, κι εκεί να της επιτρέπω να υπάρχει για όσο θέλει. Αρκεί μονάχα να μην με ενοχλεί. Αρκεί μονάχα να μην μου διαταράζει την πραγματικότητα, να μη με κάνει να πονώ όπως πονούσα έως σήμερα. Έως και πριν μερικές ώρες…»

Γλυκό βύσσινο


Στο κοριτσάκι του εξωφύλλου
Στη ΜΑΝΑ μου
Στην Αναστασία και στην Νατάσσα
Σε όλους εκείνους που οι ζωές μας
«συναντήθηκαν» στο άπειρο της αιωνιότητας
-έστω ακόμα κι ενός «δευτερολέπτου»-
που προσφέρει η αγάπη




"... Γιατί παιδάκι μου, τόσο κακό το θεωρείς δηλαδή εσύ ότι μου αρέσει εμένα να ταξιδεύω;"
"Το κακό δεν είναι που σου αρέσει να ταξιδεύεις, το κακό είναι ο τρόπος που σου αρέσει να ταξιδεύεις Ρέα. Ρέα, προσγειώσου επιτέλους, άντε να δούμε και καμιά άσπρη μέρα εδώ μέσα πια, κάνα φαΐ μαγειρεμένο στο τσικάλι να πούμε".
"Μωρέ δε πα να στρίψεις κι εσύ κι οι κακίες σου στην επόμενη γωνία να δείτε αν έρχομαι; Εγώ θα ταξιδέψω γιατί αν δεν καταφέρω τελικά να ταξιδέψω θα πνιγώ, ο κόσμος να χαλάσει κακομοίρα μου. Ας είναι και πειραματικά, τι έγινε. Ολόκληρη ΕΙΡΤ εδραιώθηκε έτσι, μια Ρέα θα κωλώσει;"
"Καλααά. Κι ο Ίκαρος πειραματικά πειραματικά την πήγαινε τη δουλειά και είδες τα χάλια του. Άσε λοιπόν κατά μέρος τα πειραματικά ταξίδια ρε μάνα γιατί ταβλιάζουνε, σαν κόρη σε συμβουλεύω τώρα, εντάξει;..."



***
Η Ρέα, μια υπό δοκιμασία ακόμα συγγραφέας, παλεύει για να συνυπάρξει το δικό της το μυαλό με το μυαλό της 15χρονης κόρης της και να μηδενίσει έστω τις βασικές διαφορές τους. Ψάχνει για διεξόδους που την ίδια, τη μεγάλη, θα την φέρουν - μπρος και το παιδί, το μικρό, θα το φέρουν (θα το ταξιδέψουν ήθελε να γράψει) πίσω. Όμως που να πάρει η ευχή κι ο δικός της εσωτερικός κόσμος λειτουργεί τόσο διαφορετικά από των υπολοίπων που δεν τα καταφέρνει με τίποτα.
Έως ότου... έως ότου νιώθει το κλάμα της λύτρωσης να πλημμυρίζει τα μάτια της...
"Μετά το κλάμα της νοσταλγίας έρχεται πάντα το κλάμα της λύτρωσης..."
Κι είναι ένα κλάμα ετούτο που όταν φτάσει, ακόμα και σε ανθρώπους σαν τη Ρέα, τα πάντα μπορεί να μεταμορφώσει...

Το τρενάκι


Η Ρίκη Ματαλλιωτάκη «νίκησε και πάλι τον χρόνο»παρουσιάζοντας τούτη τη φορά στα παιδιά που έχουν μπροστά τους ολάκερη τη ζωή για να τους χαμογελά δικές του ιστορίες.
Ιστορίες που θα τους δώσουν την δυνατότητα να χαθούν για λίγο στην κυριαρχία του χρόνου και του ονείρου μιας και δεν έχουν την δυνατότητα σήμερα για τέτοιες πολυτέλειες.

Να ονειρεύονται…
Η συγγραφέας δείχνει να γνωρίζει καλά τα παιδιά και να κατέχει τη δυνατότητα να μιλά τέλεια στην ψυχή τους.
Η ίδια, αστείρευτη, ευρηματική, γεμάτη από αγάπη για τα παιδιά, αφήνει τη ματιά της να σταθεί με ευπρέπεια στη περιγραφή των γεγονότων υφαίνοντας υπομονετικά τον καμβά της ζωής των με τόσες ελπίδες.
Δημιουργεί ένα κόσμο ονειρικό που χαλυβδώνει τις καρδιές από την πρώτη ως τη τελευταία λέξη κάθε σελίδας.
Ένα κόσμο μακριά από τις βιτρίνες της κάλπικης ζωής που μας κομματιάζει καθημερινά έτσι όπως τη φτιάξαμε…

Μιχάλης Πατεράκης

ΔΙΑ ΧΕΙΡΟΣ ΖΩΗΣ


Ψηλαφώντας το χθες ιχνηλατώ το σήμερα ή κάνω μια εκ βαθέων ανασκόπηση στο αύριο…
Η ποίηση δεν είναι μια δραματολογική συνένωση γεγονότων του μέλλοντος ή του παρόντος, αλλά ούτε επίσης μια εξωραϊστική κατάσταση ηθελημένων και αθέλητων συμβάντων
Είναι απλώς μια επείγουσα βιωματική ίσως εκφορά συναισθημάτων και ιδεών που έτσι κι αλλιώς με θεϊκή δύναμη θα εξέλθουν από τον γράφοντα διαφορετικά κινδυνεύει να περιέλθει σε πνιγμό....

H αγάπη νίκησε το χρόνο


Το σπίτι στένεψε, το χωριό στένεψε, ο εαυτός του μεγάλωσε μόνο. Και για έναν εαυτό τόσο υπεράνθρωπο, όσο πίστεψε τον δικό του, μικρά πολύ του φάνηκαν τα σύνορα εκεί πέρα. Δεν τον χωρούσαν! Ο κύκλος που με αγάπη έκλεινε μέσα του τόσα χρόνια όλα όσα τον αφορούσαν, έγινε αφόρητα μικρός. Κι εκείνος δεν μπορούσε πια να νοιώθει πως η ζωή του καμπάνιζε ξεκρέμαστη, δίχως νόημα κλειδωμένη. 'Ολες οι αλήθειες, όλες οι ομορφιές και τα θαύματα του κόσμου που μεταξύ φαντασίας και πραγματικόττηαας ίσαμε εκείνη την στιγμή ψυχανεμίζονταν πως υπήρχανε γύρω του, μονάχα έξω, μακριά από τα σύνορα αυτά που είχε εγκλωβιστεί - έτσι του σφύριζε ύπουλα η φωνή που τη συνόδευε το γέλιο του Μεφιστοφελή θα τις συναντούσε!

Ο πρωτογόνατος της καρδιάς μου


Κι όπως θωρώ στο σπίτι μου-στο σπίτι του- τις πολυκαιρισμένες και χλομιασμένες απ΄ τον καιρό τον πολύ φωτογραφίες του, σαν να τινάζεται η καρδιά μου και φτάνει ο χτύπος της ψηλά ίσαμε τα μεσοδόκια.

Συγκλίζει το μυαλό μου! Αναφαίνεται στα μάτια μου να δρασκελά από μέσα τους πιο ζωντανός από ζωντανός και με τα μακριά του πόδια και τα μεγάλα ζάλα που έκανε να αναμερίζει και πάλι, πότε με καλοσύνη, πότε με γέλιο, πότε με ξυπνάδα, ως τότε, κι όλα να μένουν ξωπίσω του.
Ως τότε…
Και μη θαρρείτε πως μιλώ για πράματα σπουδαία, τρανά. Απλά, καθημερινά πέρα για πέρα.
Αγάπη στον εαυτό σου μα ακόμα πιο περίσσια στο διπλανό σου.
Σαν τι άλλο δηλαδή πρέπει να πράξει άνθρωπος για να είναι άξιος λόγου;
Μιας λοιπόν κι από το φύσημα της σάρκας αυτηνού του ανθρώπου εγεννήθηκα, ας δώσω κι εγώ λίγο από το αίμα μου για να κάμω, όχι, όχι μνημόνευμα είπαμε, μα μια αναδρομή. Μια ανιστόρηση που θα ζωντανέψει στο χαρτί θύμησες για να ΄μαι σίγουρη ότι η σκυλοπνίχτρα που αλλιώς τη λένε και λησμονιά, δεν θα μου τις αρπάξει.