Πέμπτη 17 Οκτωβρίου 2013

Επτά αρχαία ανάκτορα της Κρήτης


Κνωσός 

Το Μινωικό ανάκτορο της Κνωσού βρίσκεται 5 χλμ. ΝΑ του Ηρακλείου και καλύπτει μια έκταση περίπου 15 τετρ. χλμ. Η Κνωσός είναι το πρώτο σημαντικό Μινωικό παλάτι της Κρήτης και είναι χτισμένο στο λόφο Κεφαλά. Η περιοχή επιλέχτηκε για τη στρατηγική θέση της και για τα φυσικά πλεονεκτήματα που είχε. Πρόκειται για το πιο σημαντικό δείγμα του Μινωικού πολιτισμού, που έζησε την ακμή του από το 1700 π.Χ. έως το 1450 π.Χ. Εκεί σύμφωνα με την παράδοση, έζησε ο βασιλιάς Μίνωας. Σπουδαίοι μύθοι είναι συνδεδεμένοι με το ανάκτορο της Κνωσού, όπως ο Λαβύρινθος του Μινώταυρου και η ιστορία του Δαίδαλου και του Ικάρου. Η πόλη της Κνωσού κατοικείτο από τα νεολιθικά χρόνια έως περίπου το 1350 π.Χ. όπου και καταστρέφεται οριστικά. Το πρώτο παλάτι χτίστηκε το 2000 π.Χ., αλλά ένας μεγάλος σεισμός στα τέλη του 1600 π.Χ. προκάλεσε τη ολική καταστροφή του. Οι Μινωίτες το ανοικοδόμησαν πάλι κάπου μεταξύ 1600-1550 π.Χ. και παράλληλα χτίστηκαν κι άλλα κτίρια. Όμως, ένας νέος σεισμός που πιθανώς προκλήθηκε από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας κατέστρεψε το παλάτι ακόμα μια φορά το 1500 π.Χ. Αποκαταστάθηκε πάλι και χρησιμοποιήθηκε από τους Αχαιούς περίπου το 1450-1400 π.Χ. Ήταν περίπου το 1300 π.Χ. όταν το παλάτι καταστράφηκε, αυτή τη φορά από μια πυρκαγιά, που άρχισε στις αποθήκες εμπορευμάτων. Ύστερα από αυτό, το παλάτι δεν αποκαταστάθηκε ξανά και έπαψε να κατοικείται, μέχρι την ανακάλυψή του το 1900 μ.Χ. από τον Άρθουρ Έβανς. Η αρχαιολογική περιοχή της Κνωσού διαιρείται σε δύο μέρη. Στην ανατολική πλευρά οι επισκέπτες μπορούν να δουν τα εργαστήρια και τις αποθήκες εμπορευμάτων της Μινωικής περιόδου και να περάσουν έπειτα στη δυτική πλευρά, όπου βρίσκονται τα θρησκευτικά και βασιλικά δωμάτια και να θαυμάσουν την «αίθουσα» του θρόνου.



Φαιστός

Η Φαιστός είναι το δεύτερο σημαντικότερο Μινωικό παλάτι. Βρίσκεται 63 χλμ. ΝΔ από το Ηράκλειο. Η Φαιστός είναι πιθανότατα το παλάτι του Ροδάμανθυ, αδελφού του βασιλιά Μίνωα. Το παλάτι χτίστηκε δύο φορές. Το πρώτο παλάτι χτίστηκε το 1900 π.Χ., αλλά ένας σεισμός στα τέλη του 1700 π.Χ. το κατέστρεψε. Το 1650 π.Χ. ένα μεγαλοπρεπέστερο παλάτι χτίστηκε στη θέση του. Όμως, ούτε αυτό άντεξε τον σεισμό που προκλήθηκε από την έκρηξη του ηφαιστείου της Θήρας το 1500 π.Χ. Γενικά, τα νέα παλάτια τα οικοδομούσαν πάνω στα ερείπια των προηγουμένων, πάντα μεγαλύτερα και καλύτερα. Η Φαιστός αποτελεί άριστο παράδειγμα των μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν για να κατασκευαστούν Κρητικά παλάτια και κοινωνίες. Είναι προφανές ότι στην αρχαία Κρήτη η οικονομία ήταν άρρητα δεμένη με τη θρησκεία σε κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής των κατοίκων της.






Ζάκρος

Το ανάκτορο της Ζάκρου βρίσκεται στο ανατολικότερα σημείο της Κρήτης, στο νομό Λασιθίου, στην περιοχή που σήμερα ονομάζεται Κάτω Ζάκρος. Απέχει περίπου 39 χλμ. από τη Σητεία και 8 χλμ. από το χωριό Ζάκρος. Στην περιοχή βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας Μινωικής πόλης της Ζάκρου και αποτελούν σήμερα σημαντικό αρχαιολογικό χώρο του Μινωικού πολιτισμού. Θεωρείται ότι ήταν ένα από τα τέσσερα κύρια διοικητικά κέντρα των Μινωιτών, ενώ το προστατευμένο λιμάνι της και η στρατηγική της θέση την κατέστησαν σημαντικό εμπορικό κέντρο για το εμπόριο προς τα ανατολικά. Εδώ ανασκάφτηκε το 4ο σε μέγεθος μινωικό ανάκτορο της Κρήτης και το οποίο είναι το μοναδικό που βρέθηκε ασύλητο. Κτίστηκε το 1900 π.Χ. περίπου, είχε έκταση 8.000 τμ. και αποτελείτο από 180 διαμερίσματα. Κτίστηκε ξανά το 1600 π.Χ περίπου και καταστράφηκε το 1450 π.Χ μαζί με τα υπόλοιπα κύρια κέντρα του Μινωικού πολιτισμού. Σήμερα τα ερείπια του παλατιού είναι εμφανή και επισκέψιμα, καθιστώντας τη Ζάκρο δημοφιλή τουριστικό προορισμό. Ανασκάφτηκε για πρώτη φορά από τον D. G. Hogarth της Βρετανικής Αρχαιολογικής Σχολής Αθηνών οπότε και αποκαλύφθηκαν δώδεκα σπίτια, όμως η ανασκαφή σταμάτησε. Το 1961 ο καθηγητής Νικόλαος Πλάτων ξεκίνησε και πάλι την ανασκαφή και ανακάλυψε το Παλάτι της Ζάκρου. Το ανάκτορο της Αρχαίας Ζάκρου είναι μικρότερο από τα υπόλοιπα ανάκτορα αλλά έχει παρόμοια διάταξη με τα ανάκτορα της Κνωσού και της Φαιστού. Έχει κεντρική αυλή (πλακόστρωτη) γύρω από την οποία αναπτύσσεται το οικοδόμημα με λαβυρινθώδη διάταξη, με τρείς δυτικές εισόδους και μια κύρια είσοδο στην οποία υπάρχει και βωμός. Στην δυτική πλευρά του ανακτόρου υπάρχουν τα δωμάτια των αξιωματούχων ενώ στην βόρεια πλευρά υπήρχαν αίθουσες συμποσίων, οι φωταγωγοί ενώ στην ίδια πλευρά βρέθηκαν μεγάλες λεκάνες οι οποίες είχαν λατρευτικό χαρακτήρα. Τα κυρίως διαμερίσματα και τα διάφορα εργαστήρια βρισκόταν στην ανατολική και νότια πλευρά αντίστοιχα. Η τοποθεσία του ανακτόρου είχε μεγάλη σημασία γιατί στην περιοχή που ήταν κτισμένο μπορούσε να εμπορεύεται με την Ανατολή καθώς επίσης και με τα άλλα ανάκτορα του νησιού. Στον χώρο ανακαλύφθηκαν επίσης αργιλικές πλάκες με επιγραφές σε Γραμμική Α και βρέθηκαν πολλά αγγεία που βρισκόταν μέσα στο θησαυροφυλάκιο του ανάκτορου. Επίσης ανάμεσα στα ευρήματα ξεχωρίζουν μεγάλα ξίφη με φύλλα χρυσού, ελεφαντόδοντα, χάλκινα διακοσμητικά από την Κύπρο και ένας αμφορέας με παράσταση ενός ιερού κορυφής και αγριμιών. Πολλά από τα ευρήματα αυτά βρίσκονται στο Αρχαιολογικό Μουσείο Ηρακλείου. Η κάτω Ζάκρος εκτός από την αξία του αρχαιολογικού της χώρου έχει να προσφέρει ένα όμορφο περιβάλλον, μια θαυμάσια αμμουδιά και ήρεμα γαλάζια νερά πραγματική πρόκληση για κολύμπι.







Γόρτυνα

Η Γόρτυνα βρίσκεται 45 χλμ. από το Ηράκλειο Κρήτης, στο οροπέδιο της Μεσσαράς. Πρόκειται για μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Κρήτης κι έναν από τους μεγαλύτερους αρχαιολογικούς χώρους της Ελλάδας. Αν και κατοικήθηκε για πρώτη φορά από το τέλος της νεολιθικής εποχής (3000 π.Χ.) τη μεγαλύτερη ακμή της την γνώρισε στους χρόνους της ρωμαϊκής κυριαρχίας. Ο Όμηρος στην Ιλιάδα αναφέρεται στην πόλη ως Γόρτυς. Υπάρχουν διάφορες εκδοχές για την ονοματοθεσία της Γόρτυνας. Αυτή που επικρατεί λέει ότι το όνομα η πόλη το πήρε από τον Γόρτυνα, γιο του Ραδάμανθυ βασιλιά της Φαιστού και αδερφού του Μίνωα. Ένας από τους μύθους λέει ότι ο Δίας κατέφυγε στη Γόρτυνα όταν έκλεψε την Ευρώπη από τον Λίβανο, μεταμφιεσμένος σε ταύρο. Ο Δίας και η Ευρώπη απέκτησαν τρία παιδιά. Τους βασιλιάδες των τριών Μινωικών ανακτόρων της Κρήτης. Από ιστορικά στοιχεία φαίνεται να κατοικήθηκε γύρω στα 3000 π.Χ. και άκμασε την Μινωική περίοδο από το 1600 π.Χ. έως το 1100 π.Χ. Καταστράφηκε δύο φορές από σεισμό. Την δεύτερη φορά το 796 μ.Χ. οι καταστροφές ήταν τεράστιες! Στα ερείπια χτίστηκαν τα σημερινά χωριά Άγιοι Δέκα, Αμπελούζος και Μητρόπολη. Η Γόρτυνα κατάφερε να βάλει την Φαιστό σε δεύτερη μοίρα, μια πόλη που κατά την Μινωική περίοδο ήταν η σημαντικότερη πόλη της Κρήτης. Κατά τη διάρκεια των κλασσικών ετών η πόλη ήταν αρκετά ισχυρή ώστε να μπορεί να επιλέξει είτε να γίνει σύμμαχος με την Κνωσό ή να πάει εναντίων της για την κυριαρχία της Κρήτης. Όταν οι Ρωμαίοι εισέβαλαν στο νησί, οι άνθρωποι της Γόρτυνας συμμάχησαν μαζί τους. Έτσι, ήταν η μόνη πόλη που δεν κατέστρεψαν, σε αντίθεση με τη Κνωσό και τη Φαιστό. Οι Ρωμαίοι την όρισαν πρωτεύουσα της Κρήτης και σε κάποια περίοδο και της Κυρηναϊκής. Την κόσμησαν μάλιστα με ναούς, θέατρα, αγάλματα, θέρμες και άλλα λαμπρά οικοδομήματα. Ήταν επίσης η πρώτη πόλη στην Κρήτη που έγινε χριστιανική. Η ανοδική πορεία της συνεχίστηκε έως ότου η Κρήτη κατακτήθηκε από τους Άραβες το 863 μ.Χ. Καταστράφηκε από τους Σαρακηνούς το 824 μ.Χ. και η έδρα του νησιού μεταφέρθηκε στο Χάνδακα. Αργότερα, κατά τη διάρκεια της Ενετικής κυριαρχίας, εγκαταλείφθηκε. Οι πρώτες έρευνες στη Γόρτυνα άρχισαν με την εύρεση της Μεγάλης Επιγραφής το 1884 από τους Ιωσήφ Χατζηδάκη, τον Ιταλό Frederico Halbherr και τον Στέφανο Ξανθουδίδη. Λίγο μετά, το 1898, άρχισαν οι πρώτες ανασκαφές και διήρκεσαν έως το 1940. Τον 6ο αιώνα μ.Χ. χρίστηκε εκεί ένας από τους πρώτους χριστιανικούς ναούς, ο ναός του Αγίου Τίτου, του οποίου τα ερείπια υπάρχουν μέχρι και σήμερα. Τα πιο σπουδαία επισκέψιμα μνημεία είναι: το Πραιτόριο, που αποτέλεσε την έδρα του Ρωμαίου διοικητή στην Κρήτη, τα Ρωμαϊκά Λουτρά, το Ωδείο και η Μεγάλη Επιγραφή, το Ρωμαϊκό θέατρο, η ακρόπολη, ο ναός του Αγίου Τίτου, ο ναός του Απόλλωνα, το ιερό των αιγυπτιακών θεοτήτων, το Νυμφαίο, το Αμφιθέατρο, η Μεγάλη Πόρτα, ο Ιππόδρομος, το νεκροταφείο της πόλης, το παλαιοχριστιανικό τρίκογχο και οι τάφοι των Αγ. Δέκα. Πίσω από τον χώρο του θεάτρου υπάρχουν μεγάλες πλάκες από πέτρα, πάνω στις οποίες είναι χαραγμένοι οι νόμοι της Γόρτυνας. Σπουδαία είναι και τα νομίσματα που έκοβαν. Τρία κέρματα έχουν βρεθεί από τον 4ο αιώνα π.Χ., ένα από τον 3ο κι ένα από τον 2ο - 1ο αιώνα π.Χ. Τα τέσσερα απεικονίζουν την Ευρώπη και το ένα το κεφάλι του Δία ή του Μίνωα.






Μάλια

Το όνομα του αρχαίου οικισμού δεν είναι γνωστό. Ο αρχαιολογικός χώρος δανείστηκε το όνομα του από τη ομώνυμη γειτονική κωμόπολη. Το ανάκτορο κτίστηκε την ίδια περίπου περίοδο που ανεγέρθηκαν τα ανάκτορα της Κνωσού, της Φαιστού και της Ζάκρου, ακολούθησε την ίδια αρχιτεκτονική γραμμή, αλλά και την ίδια τύχη από την πλευρά της ακμής και της παρακμής. Το διώροφο αυτό ανάκτορο είχε έκταση 8.000 τμ. Οι πολλές αποθήκες, τα εργαστήρια και οι βιοτεχνικοί χώροι, προσδίδουν χαρακτήρα μεγάλης αγροτικής βίλας. Ο μεγάλος πέτρινος κέρνος με τις 34 αβαθείς κυκλικές κοιλότητες, το εξαίρετο χρυσό κόσμημα των μελισσών και η μαρμάρινη σαρκοφάγος με τις ανάγλυφες παραστάσεις προέρχονται από το ανάκτορο αυτό. Σήμερα βρίσκονται στο αρχαιολογικό μουσείο Ηρακλείου.




Αγία Τριάδα
Ένας πολύ σημαντικός αρχαιολογικός χώρος της κεντρικής Κρήτης, κοντά στη Φαιστό, στις όχθες του Γεροπόταμου, με ξεχωριστή φυσική ομορφιά είναι η Αγία Τριάδα. Βρίσκεται 64 χλμ. ΝΔ του Ηρακλείου και 3 χλμ. νοτιότερα της Φαιστού. Η βασιλική έπαυλη ή μικρό μινωικό ανάκτορο της Αγίας Τριάδας, όπως το ονόμασαν οι Ιταλοί αρχαιολόγοι που το έφεραν στο φως στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, χτίστηκε γύρω στο 1600 π.Χ. πάνω σε λόφο και αποτελεί ένα από τα πιο σπουδαία μνημεία μινωικής αρχιτεκτονικής με πλούσια ευρήματα. Πιστεύεται ότι χρησίμευε σαν θερινή κατοικία του βασιλιά της Φαιστού, ενώ από άλλους ερευνητές θεωρείται ότι χρησιμοποιήθηκε από τον βασιλιά της Φαιστού μετά την καταστροφή του ανακτόρου, αλλά ίσως να χρησιμοποιείτο παράλληλα με το ανάκτορο της Φαιστού. Η Βασιλική Έπαυλη κτίστηκε γύρω στον 16ο αιώνα π.X. (Υστερομινωική ΙΑ). Μετά την καταστροφή των ανακτόρων (1450 π.X.) στη βόρεια πλευρά της έπαυλης κατασκευάστηκε ένα μέγαρο «'μυκηναϊκού τύπου». Στη Γεωμετρική περίοδο (8ος αιώνας π.X.) η Έπαυλη ήταν τόπος λατρείας. Ιερό αφιερωμένο στο Δία Bελχανό κτίστηκε κατά την Ελληνιστική εποχή (4ος-1ος αιώνας π.X.). Την περίοδο της Ενετοκρατίας στο χώρο της αυλής της Έπαυλης κτίστηκε ο ναός του Αγίου Γεωργίου του Γαλατά (14ος αιώνας μ.X.).




Μέγαρο Βαθύπετρο

Το Βαθύπετρο βρίσκεται στην περιοχή Πίσω Λιβάδια περίπου 4 χλμ. νότια από τις Αρχάνες και 20 χλμ. από το Ηράκλειο Κρήτης. Πρόκειται για μινωική έπαυλη που ανακαλύφθηκε το 1949 από τον Σπύρο Μαρινάτο. Ένα μικρό διώροφο μινωικό ανάκτορο με κεντρική και δυτική αυλή, με εξωτερικούς χώρους από λαξευμένες πέτρες, ένα μικρό ιερό, αποθήκη και στοές, πιθανότατα πολυτελής κατοικία της εποχής για κάποιο επίσημο πρόσωπο. Χτίστηκε περίπου το 1550 π.Χ. αλλά αργότερα καταστράφηκε μάλλον από σεισμό. Το 1450 π.Χ. χρησιμοποιήθηκε ξανά ως αγροτική κατοικία. Είναι άξιο να σημειώσουμε ότι σε μια από τις πτέρυγές του ανακαλύφθηκε πιεστήριο σταφυλιών και στην αυλή του μια εγκατάσταση ελαιοτριβείου! Επίσης βρέθηκαν εργαστήρια αγγειοπλαστικής.




πηγη