Τετάρτη 8 Απριλίου 2009

ΦΡΑΓΚΟΚΑΣΤΕΛΛΟ...





ΤΟ ΑΝΕΞΗΓΗΤΟ ΦΑΙΝΟΜΕΝΟ ΤΩΝ ΔΡΟΣΟΥΛΙΤΩΝ

Κοντά στην απροσκύνητη χώρα των Σφακίων, λίγα μόλις μέτρα πιο πέρα από την ακτή που ξεψυχά το κύμα του Λιβικού, κι εξίσου λίγα από τους πρόποδες που φωλιάζουν μερικά από τα αετίσια Σφακιανοχώρια, ορθώνει την ύπαρξη, του σε σχήμα παραλληλόγραμμου, ένα καστέλι (πύργος) άριστα μέχρι σήμερα διατηρημένο. Το Φραγκοκάστελλο.
Δυο σειρές πολεμίστρες περιζώνουν τα μέχρι σήμερα απείραχτα, όπως τουλάχιστον δείχνουν εξωτερικά, τείχη του και η πύλη του βρίσκεται κατά την μεριά της θάλασσας σαν στόμα αγριεμένου θεριού.
Ο θρύλος του γεφυριού της Άρτας (ολημερίς το χτίζανε τη νύχτα το γκρέμιζαν) γίνεται κι εδώ παραλλαγμένη πραγματικότητα αφού κάπως έτσι οι Σφακιανοί με μπροστάρηδες τα έξη αδέλφια Πατσούς, εμπόδιζαν τους Βενετούς να σηκώσουν το κάστρο αναγκάζοντας τους να το περιζώσουν με ισχυρότατη δύναμη στρατού. Και όταν επιτέλους το τέλειωσαν και ασφαλίστηκαν μέσα, οι Φράγκοι δεν άφησαν ατιμώρητους τους γενναίους Πατσούς. Κρέμασαν από ένα σε κάθε πύργο του καστελλιού και τους υπόλοιπους δύο από πάνω στην είσοδο. Το χωριό Πατσιανός που φέρει το όνομα των μαρτυρικών αδελφών αποδεικνύει έως σήμερα την ηρωική πράξη τους.
Η προτομή του Τουρκομάχου Στρατηγού Χατζή Μιχάλη Νταλιάνη, που βρίσκεται μερικά μόνο μέτρα ανατολικά του φρουρίου, θυμίζει επίσης τον θάνατο του καθώς επίσης και το ανεξήγητο φαινόμενο των Δροσουλιτών:
Στις πρώτες Μαίου του 1828, ο Ηπειρώτης στρατηγός απορρίπτει τους όρους του Μουσταφά Πασά με ένα λακωνικό γράμμα του: «Ήρθα στην Κρήτη να πολεμήσω με τα παλικάρια μου τους Τούρκους κι όπου θέλει ο Θεός ας δώσει την νίκη.» του λέει ρίχνοντας του τον κύβο. Λίγες μέρες βέβαια μετά, σε μια αιφνιδιαστική επίθεση του κατά των Τούρκων του Ρεθέμνους, σκότωσε κάπου σαράντα, άρπαξε γύρω στις εφτά χιλιάδες γιδοπρόβατα και γύρισε με κάμποσους αιχμαλώτους πίσω στο Φραγκοκάστελλο με δικό του ένα μόνο νεκρό και τρεις τραυματίες. Ο Μουσταφάς τότε με οκτώ χιλιάδες πεζούρα ( πεζικό) και τετρακόσους καβαλαραίους,, με τέσσερα κανόνια και δύο βόμβες, στρατοπέδευσε στο χωριό Καψοδάσος ενώ η δύναμη του Νταλιάνη μετριόταν σε 666 συνολικά άνδρες στους οποίους συγκαταλέγονταν εβδομήντα καβαλαραίοι.
Την νύχτα της 16ης προς 17ης του Μάη, Κρητικοί καπετάνιοι μάταια προσπαθούσαν να αποτρέψουν την καταδικασμένη από πριν αναμέτρηση που σχεδίαζε στον ανοικτό κάμπο ο Νταλιάνης . Του πρότειναν να κρατήσει τα ψηλώματα φθείροντας τον εχθρό με το συνεχή κλεφτοπόλεμο, ή να οχυρωθεί στο Φραγκοκάστελλο. Αυτός όμως όχι μόνο αψήφησε τη γνώμη των ντόπιων, γνώμη που ήταν βασισμένη στην γνώση και στην πολύχρονη πείρα τους, αλλά τους πρόσβαλλε κιόλας με τα λόγια τους.
Έτσι κι εκείνοι κράτησαν τις θέσεις τους και ο Νταλιάνης επιμένοντας στην απόφαση που είχε πάρει, παράταξε τις μικρές του δυνάμεις με τον τρόπο που επέλεξε.
Την επόμενη μέρα,17 του Μάη, μόλις που βγήκε ο ήλιος, ο Μουσταφάς με τρεις κανονιές ξεκινά. Η μάχη άρχισε άγρια, σφάξαν και σφάχτηκαν σχεδόν μονομιάς, όμως το παιχνίδι ήταν άνισο. Μυρμηγκιές ο στρατός της Τουρκιάς, γνωρίζουν τον Νταλιάνη από το άλογο του και σε λίγο ο Μουσταφάς κρατά τρόπαιο το κεφάλι του Ηπειρώτη στρατηγού. Από όλους τους Έλληνες γλίτωσαν δύο, ίσως τρεις. Λίγο πιο πάνω την ίδια ώρα οι Κρητικοί βαστούσαν το Πατσιανό κι έδιναν μεγάλη μάχη με το ασκέρι που είχε στείλει ο πασάς κατά πάνω τους για να εμποδίσει ενδεχόμενη συνδρομή τους. Έγινε πάλι κι εδώ απερίγραπτο μακελειό και βάσταξε ως μια ώρα του χάροντα ο χορός για να μείνουν τελικά οι Έλληνες αφέντες του Φραγκοκάστελλου. Πέρασε η πρώτη μέρα, η δεύτερη, η τρίτη όμως όλους αυτούς που έπιασαν το Κάστρο άρχισε να τους βασανίζει η πείνα και η δίψα μαζί επίσης και η αβάσταχτη μπόχα των κουφαριών που είχαν μείνει άθαφτα κι η γης άρχιζε να τους γυρεύει πίσω. Σφάζουν οι στενεμένοι του κάστρου γιδοπρόβατα, τα ρίχνουν για λίγο κάτω από το φοβερό, σχεδόν αφρικάνικο ήλιο, για να τα βάλλουν κατόπιν στο στόμα τους μήπως και ημερέψουν τη την πείνα τους ενώ παράλληλα με αποστολές αυτοκτονίας προσπαθούν να κουβαλήσουν λίγο νερό. Από την άλλη οι πολιορκητές βιάζονται κι αυτοί να τελειώσουν το ταχύτερο δυνατόν μια και υποψιάζονται τον κίνδυνο που τους απειλεί από τα Σφακιανά τουφέκια που ολοένα και πληθαίνουν. Γι΄αυτό δίνουν και το ελεύθερο στους πολιορκημένους του κάστρου να φύγουν με όλο τον οπλισμό τους μα με τον όρο όμως να μείνουν οι Σφακιανοί συμπολεμιστές τους. Η απάντηση φυσικά δεν μπορούσε παρά να ήταν : «Για όλοι λεύτεροι για όλοι νεκροί!» που επαναλάμβαναν στερεότυπα και που συνοδευόταν μάλιστα με μπαταριές που έριχναν κάθε φορά στα πισινά των απεσταλμένων του Μουσταφά. Τότε παίρνεται η μεγάλη απόφαση και μεσάνυχτα στις 19 προς 20 του Μάη, ένας γενναίος ή ένας τρελός (ο ίδιο κάνει) περνά τις γραμμές των Τούρκων ολόγυμνος και ξυπόλητος πηγαίνοντας γραμμή κατά την μεριά της θάλασσας. Οι Τούρκοι σαστισμένοι στην αρχή τον παίρνουν κατόπιν στο κυνήγι και οι μπάλες αρχίζουν να πέφτουν ολόγυρα ακόμα κι όταν ο Διληδάς ,αυτό είναι το όνομα του, αισθάνεται να διαπερνά το κορμί του το κρύο χάδι του Λιβυκού. Έφτασε κολυμπώντας στο Λουτρό και στο Μπρόσγιαλο, και οι λιγοστοί κάτοικοι, γυναίκες κατά το πλείστον και γέροι που βρέθηκαν εκεί μετά από μάχες που μόλις είχαν τελειώσει, άκουσαν άφωνοι και κατόπιν ζώστηκαν πάλι τα άρματα τους για να τρέξουν και να βοηθήσουν τους πολιορκημένους του κάστρου. Στο μεταξύ ο Πασάς ανησυχούσε όλο και περισσότερο πάνω στην αδυναμία του να ξεκαθαρίσει τα πράγματα και στην βέβαιη πρόβλεψη μεγαλυτέρων συμφορών από το γοργό ξεσηκωμό που έβλεπε να ετοιμάζουν οι Σφακιανοί εναντίον του. Προστέθηκε και η συντριβή του στρατού του στις 22 του Μάη στα μέρη του Πατσιανού κι έτσι στις 24 αναγκάζεται να δεχτεί τους όρους των πολιορκημένων και τους αφήνει να φύγουν όλοι από το κάστρο, με όλο τον οπλισμό τους, τους αρρώστους και τους τραυματίες τους. Νεκροί στη πρώτη μέρα της μάχης τριακόσιοι τριάντα οκτώ Τούρκοι και οχτακόσιοι Τουρκαλβανοί όμως η μεγάλη πανωλεθρία του Μουσταφά συντελέστηκε στην συνέχεια.
Κάπως έτσι παίχτηκε το δράμα του Φραγκοκάστελλου κι από τότε, τουλάχιστον από όσο είναι γνωστό, κάθε χρόνο, την ίδια πάντα μέρα και ώρα, στο πρώτο πρωινό φως, ένα πλήθος σκιών παρελαύνει στον ορίζοντα κατά την μεριά της ανατολής. Είναι πεζοί και καβαλαραίοι, με φέσια, περικεφαλαίες, με γιαταγάνια και αρματωσιές. Ένα είδος δηλαδή τοιχογραφίας σε κίνηση και δράση. Το φαινόμενο διαρκεί οκτώ περίπου λεπτά έως ότου οι πρώτες ακτίνες του ήλιου αρχίσουν να διαγράφονται στον ουρανό οπότε και οι σκιές αρχίζουν να θαμπώνουν έως ότου σιγά σιγά σβήσουν εντελώς.
Η επιστήμη δεν κατάφερε ακόμα να εξηγήσει τούτο το φαινόμενο και το πιθανότερο ότι δεν θα καταφέρει να το εξηγήσει ποτέ. Κανένας από όλους τους επιστήμονες που ασχολήθηκαν με αυτό το μυστήριο δεν κατάφερε να δώσει εξήγηση πειστική για τους θρυλικούς Δροσουλίτες. (Ειπώθηκαν έτσι από την πρωινή δροσιά.) Και μονάχα η αστείρευτη φαντασία που γεννάται από την ρωμαλέα διάθεση των Σφακιανών και που πιστεύει ότι οι σκιές τούτες είναι οι γενναίες ψυχές εκείνων που έπεσαν στην μάχη του Φραγκοκάστελλου και θέλουν να φανερώσουν την παρουσία τους σε κάθε τραγική επέτειο του χαμού τους, είναι ίσως η πιο πιθανή, η πιο πειστική και προ πάντων η πιο ανθρώπινη εκδοχή , από όλες εκείνες που οι ξένοι ερευνητές διατύπωσαν…

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

οι στρατιωτες του Νταλιανη ειναι οι τελευταιοι ΚΑΒΑΛΑΡΗΔΕΣ ΤΟΥ ΑΪ-ΓΙΩΡΓΗ
ή οπως ηταν γνωστοί Σπαχηδες του Αϊ/Γιωργη