Σάββατο 24 Οκτωβρίου 2009

Ωραία κοιμωμένη







Συνέλαβα τον εαυτό μου να διαπραγματεύεται


το αντίτιμο της γεννήσεως του.

Αραπάκι νόθο που εβιάσθη

από την εξοικείωση ωρών

ζυμωμένων με προζύμι και μαγιά

ολικής αλέσεως φόβου.

Για το τι μέλλει γενέσθαι…

Αναζήτηση πορίσματος επί διαφανούς μεμβράνης

καθώς και επί φύλλου κλάδου ελαίας.

Ισχνότης εν μέσω κνησμού αοριστίας.

Καταπέλτης η ταπεινωμένη αποφασιστικότης

διεπεράστη από ανάλαφρο ηρωισμό

ισορροπισμού και προστάζοντας

τους «ζυγούς λύσατε» αποφάσισε ταξίδι υπερσιβηρικό

διακόπτοντας την αφυπνισμένη απραξία.

Η ύπουλη δυσκαμψία διατάραξε

της αποφάσεως την εγκυρότητα

προβάλλοντας μείζον θέμα:

«Ωραία κοιμωμένη μην ξυπνάs



αφού δε σου αρέσει το ταξίδι με τους υδρατμούς του τέρματος.

Σ’ αρέσει απλά να «ταξιδεύεις…»

Είπε.

Κι έτσι ρυθμίστηκε το θέμα.

Ύστερα κοίταξε το χώρο γύρω της.

Τα ράφια, τα χαλιά, τα ευτελή μπιμπλώ.

Την έκδοση «Φάουστ» του Γκαίτε…

Γέρασαν κι οι έννοιες μαζί της

σε τούτη την προβλήτα της αναμονής.

Να σ΄ αγαπήσω τότε.

Ναι!

Να σ΄ αγαπήσω εαυτέ μου.

Μα μ΄ εμποδίζει ο εγωισμός του φόβου

και το πυρίμαχο ασημένιο δαχτυλίδι

της ελπίδας μεσ΄ το δείκτη.

Ο φόβος κι η ελπίδα.

Τούτοι οι δυο ανέκαθεν υπήρξανε

οι πλέον άσπονδοι εχθροί μου